Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός οπλικών συστημάτων για να καταλάβει ότι οι ρωσικοί πύραυλοι εδάφους-αέρος S-400, οι οποίοι καταφθάνουν στην Τουρκία, στοχεύουν τις σχέσεις της Αγκυρας με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Η αγορά αυτών των πυραύλων είναι προφανώς περισσότερο σύνθετη από την απλή επιλογή απόκτησης αμυντικού συστήματος. Οι ΗΠΑ και η Τουρκία δοκιμάζονται από εκτεταμένη κρίση στις σχέσεις τους και είναι αβέβαιο εάν αυτές οι σχέσεις θα αποκατασταθούν ξανά.
Η κορυφή του παγόβουνου
Η διαμάχη γύρω από την απόφαση του τουρκικού καθεστώτος για την αγορά του υπερσύγχρονου ρωσικού οπλικού συστήματος είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου σε ό,τι αφορά τη μετατόπιση της Αγκυρας από τον παραδοσιακό δυτικό προσανατολισμό της και του ρόλου της στην ευρωατλαντική αμυντική κοινότητα.
Από την απόπειρα του πραξικοπήματος το 2016, τούρκοι αξιωματούχοι και τα ελεγχόμενα από το κράτος μέσα ενημέρωσης διασπείρουν την άποψη ότι οι ΗΠΑ και ορισμένοι άλλοι σύμμαχοι-κλειδιά της Τουρκίας, όπως η Γερμανία, είναι οι πραγματικοί αυτουργοί του αποτυχημένου πραξικοπήματος.
Επιπλέον, από τότε, η Τουρκία έχει ριζοσπαστικοποιήσει την πολιτική της στο Κουρδικό, βάζοντας στο στόχαστρο τις συρο-κουρδικές δυνάμεις, όπως οι Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG) που επιχειρούν δίπλα στα τουρκικά σύνορα πολεμώντας τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους και υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ αεροπορικά και επιμελητειακά, με πληροφορίες, όπλα και πυρομαχικά.
Τα αντι-αμερικανικά συναισθήματα
Το γεγονός αυτό έχει δυναμώσει τα αντι-αμερικανικά συναισθήματα στην Τουρκία, καθώς τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης ελέγχονται ολοκληρωτικά από το καθεστώς και λειτουργούν αποκλειστικά ως εργαλείο προώθησης της κυβερνητικής προπαγάνδας.
Επιπροσθέτως, η Αγκυρα όλο και περισσότερο ενισχύσει τις σχέσεις της με τη Μόσχα. Ο χρόνος αυτής της αλλαγής στις τουρκικές αντιλήψεις είναι αξιοσημείωτος, καθώς πρόσφατα η Ρωσία κυριαρχούσε ως θέμα στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης λόγω της φερόμενης εμπλοκής της στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές και των κατηγοριών κατά του Τραμπ και του στενού κύκλου του για συνεργασία μαζί της. Σε αυτό το πλαίσιο, η διαμάχη για τους S-400 καθίσταται άκρως εκρηκτική για τις τουρκο-αμερικανικές σχέσεις.
Προειδοποιήσεις των ΗΠΑ
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν προειδοποιήσει την Τουρκία να αποσύρει το ενδιαφέρον της για τους S-400, από την πρώτη στιγμή που η Αγκυρα γνωστοποίησε την πρόθεση απόκτησής τους, διότι το ρωσικό πυραυλικό σύστημα δεν θα ήταν συμβατό με τα οπλικά συστήματα και το στρατιωτικό λογισμικό του ΝΑΤΟ.
Οι ΗΠΑ υποστήριζαν ότι τα ραντάρ του ρωσικού συστήματος S-400 θα μπορούσαν να καταγράψουν τα ίχνη των νατοϊκών αεροπλάνων, συμπεριλαμβανομένων των F-35. Καθώς η Τουρκία ανήκει στην κοινοπραξία των F-35 και της παραγωγής ορισμένων εξαρτημάτων τους, στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ υπήρχε αρχικά η αισιοδοξία ότι θα βρισκόταν διπλωματική λύση πριν ήταν πολύ αργά.
Ορισμένοι ειδικοί στα τουρκικά θέματα, μάλιστα, θεωρούσαν ότι ο Ερντογάν και οι σύμβουλοί του σε θέματα ασφαλείας μπλόφαραν σε σχέση με την αλλαγή στάσης, όταν η Αγκυρα ενέτεινε τις επαφές της με τη Ρωσία σε διπλωματικό επίπεδο και σε επίπεδο ανταλλαγής πληροφοριών.
Η Αγκυρα δεν ενέδωσε
Αλλοι πίστευαν ότι ο Ερντογάν εκβίαζε τις ΗΠΑ για την υποστήριξή τους στους Κούρδους της Συρίας. Αρκετοί διαπραγματευτές εστάλησαν στην Τουρκία για να πείσουν τον τούρκο πρόεδρο να μην επιμείνει σε αυτήν την κίνηση και να προμηθευτεί το αμερικανικό αμυντικό πυραυλικό σύστημα Patriot, αντί των S-400.
Ωστόσο, η Αγκυρα δεν ενέδωσε. Ολες οι διπλωματικές προσπάθειες απέτυχαν και η στρατηγική των ΗΠΑ μετατράπηκε σε ασυνήθιστο παιχνίδι μαστιγίου και καρότου.
Οι τρεις οπτικές για ΗΠΑ και ΝΑΤΟ
Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ εξετάζουν την απόκτηση των S-400 από τρεις διαφορετικές οπτικές γωνίες: στρατηγική, ασφάλεια και γεωπολιτική. Και οι τρεις αυτοί παράγοντες συνδέονται άμεσα μεταξύ τους.
Πρώτον, ο ευρασιατικός προσανατολισμός της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας συνιστούν επικίνδυνο παράγοντα για τη Δύση.
Δεύτερον, ο άμεσος κίνδυνος ασφάλειας που προκαλείται από την ενσωμάτωση του λογισμικού των S-400 στο σύστημα του ΝΑΤΟ.
Τρίτον, τα οπλικά συστήματα αποτελούν καθοριστικό παράγοντα γεωπολιτικής σταθερότητας. Μετά την εγκατάσταση των ρωσικών πυραύλων στo έδαφός της, η Τουρκία θα αυξήσει την εξάρτησή της από τη Ρωσία.
Πρόκειται για πολύ σημαντικό παράγοντα, από τη στιγμή μάλιστα που η χώρα είναι μέλος του ΝΑΤΟ. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ανησυχίες του Πενταγώνου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ κινητοποίησαν την Ουάσιγκτον στην κατεύθυνση άσκησης πίεσης στο υψηλότερο επίπεδο προκειμένου να αναγκάσει τον Ερντογάν να αλλάξει γνώμη σχετικά με τους S-400.
Η γεωπολιτική διάσταση
Η Τουρκία δεν είναι μόνο χώρα που κατείχε ρόλο-κλειδί στο ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου αλλά επίσης αξιόπιστος εταίρος της βορειοατλαντικής συμμαχίας μετά το τέλος του.
Η τουρκική εμπλοκή στην μετά την 9/11 εποχή, ιδιαίτερα στο Αφγανιστάν, τα Βαλκάνια και την Αφρική, συνέβαλε στη συμμαχική αλληλεγγύη και ισχύ. Επιπλέον, η Τουρκία βρίσκεται σε μια από τις σημαντικότερες στρατηγικά περιοχές του πλανήτη, ανάμεσα στη νοτιοανατολική Ευρώπη, τη Μαύρη Θάλασσα, τον Καύκασο, τη Μέση Ανατολή και την ανατολική Μεσόγειο.
Αυτή η γεωπολιτική διάσταση τη διαφοροποιεί από τους υπόλοιπους εταίρους. Η επικράτειά της συνδέει την ευρω-ατλαντική κοινότητα με μια ιδιαίτερα ευαίσθητη περιοχή που σχετίζεται με θέματα υψηλής ασφάλειας. Η γεωγραφική θέση καθιστά την Τουρκία ζωτικής σημασίας παράγοντα για την ασφάλεια της Ευρώπης. Η Τουρκία όντας σε ρωσική τροχιά δεν θα ταίριαζε ποτέ σε αυτό το κάδρο. Και αυτό είναι ό,τι ακριβώς συμβαίνει αυτή τη στιγμή.
Αφόρητες αμερικανικές πιέσεις
Οι ΗΠΑ συσχέτισαν λοιπόν από την αρχή την απόκτηση των S-400 με τον αποκλεισμό της Αγκυρας από το πλάνο των F-35 ως αγοραστή και ως ενδιαφερόμενο. Αριθμός τουρκικών εταιρειών κατασκευάζει ανταλλακτικά και εξοπλισμό για τα F-35.
Στο μεταξύ, έγιναν βήματα αποκλεισμού των τουρκικών εταιρειών από την παραγωγή των F-35, κίνηση αρκετά έντονη δεδομένης της θέσης της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ. Το Κογκρέσο πέρασε νομοθεσία το 2018 μπλοκαρίσματος της πώλησης των εξελιγμένων μαχητικών αεροσκαφών στην περίπτωση που η Αγκυρα επέμενε στην απόκτηση των ρωσικών πυραύλων.
Επίσης, ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ πολλές φορές άσκησε κριτική για αυτήν την κίνηση της Τουρκίας. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο απείλησε ακόμα και με κυρώσεις την Αγκυρα και έστειλε μήνυμα για περισσότερες συνέπειες εάν η Τουρκία δεν ακυρώσει τη συμφωνία.
Επιπροσθέτως, οι ΗΠΑ επιχείρησαν να την πιέσουν προκειμένου να επανεκτιμήσει την απόφασή της, υπαινισσόμενες ότι σε αντίθετη περίπτωση θα ενεργοποιούσαν τον αμερικανικό νόμο για την επιβολή κυρώσεων στους αντιπάλους των ΗΠΑ (CAATSA), ο οποίος εισήχθη το 2017 και εφαρμόστηκε σε εταιρείες και κράτη που συναλλάσσονταν εμπορικά με το Ιράν, τη Ρωσία και τη Βόρεια Κορέα.
Το τελεσίγραφο
Το αμερικανικό Κογκρέσο είχε επίσης προειδοποιήσει την Τουρκία για την απόφασή της να αποκτήσει το ρωσικό αντιπυραυλικό σύστημα.
Διακομματικό νομοσχέδιο που πρόσφατα εισήχθη στη Γερουσία μπλόκαρε τη μεταφορά των F-35 στην Τουρκία στην περίπτωση που αποκτούσε τους S-400.
Το Πεντάγωνο προειδοποίησε πρόσφατα ότι θα σταματούσε το πρόγραμμα συμπαραγωγής των F-35, εάν η Τουρκία αγόραζε το ρωσικό πυραυλικό σύστημα. Στη συνέχεια, η αμερικανική κυβέρνηση σταμάτησε τις παραδόσεις εξοπλισμού που σχετίζονταν με αυτά τα υπερσύγχρονα μαχητικά, εντείνοντας την πίεση. Η Αγκυρα, ωστόσο, δεν άλλαξε τη στάση της. Και ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου δήλωσε ότι η παράδοση των S-400 είναι «τελειωμένη συμφωνία».
Η αμερικανική κυβέρνηση εξέδωσε πρόσφατα τελεσίγραφο στην Τουρκία: εάν η Αγκυρα αγόραζε τους S-400, θα επιβάλλονταν οικονομικές κυρώσεις. Ακόμα, παρότι ο Ερντογάν και άλλοι αξιωματούχοι είπαν ότι η Τουρκία δεν θα υποκύψει στις πιέσεις που αφορούν τη συμφωνία απόκτησης των S-400, ειδικοί προειδοποιούσαν για καταστροφική οικονομική κρίση.
Επιπλέον, το ΝΑΤΟ είναι πιθανόν να αποκλείσει την Αγκυρα από ευρύτερες κοινές στρατιωτικές παραγωγές και να σταματήσει τις επενδύσεις που σχετίζονται με θέματα ασφάλειας στην Τουρκία. Ακόμη περισσότερο, η βορειοατλαντική κοινότητα θα ξεκινούσε διαδικασία απαγκίστρωσης της Τουρκίας από ευαίσθητες αντιρωσικές δραστηριότητες από τη στιγμή που η Ρωσία θα είχε πρόσβαση σε τουρκικές περιοχές που σχετίζονται με θέματα ασφάλειας και πληροφοριών.
«Εμείς έχουμε Αλάχ»
Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: Η Αγκυρα πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στους ρωσικούς S-400 και τη νατοϊκή τεχνολογία. Και βρισκόταν αντιμέτωπη με τις οικονομικές κυρώσεις ή τον στρατηγικό αποκλεισμό από το ΝΑΤΟ.
Τον προηγούμενο χρόνο, όταν ο Τραμπ είχε απειλήσει να καταστρέψει την τουρκική οικονομία, το τουρκικό νόμισμα έχασε το 20% της αξίας του. Ο Ερντογάν απάντησε ότι θα μείνει όρθιος απέναντι στις πιέσεις των Αμερικανών, τονίζοντας ότι «εάν αυτοί (οι ΗΠΑ) έχουν δολάρια, εμείς έχουμε Αλάχ».
Ισως αυτός είναι ο λόγος που οι σύμμαχοί του διακρίνουν στον τούρκο πρόεδρο το χάρισμα του λαοφιλούς ισλαμιστή ηγέτη και την ικανότητα να «πετάει» οτιδήποτε στο εθνικιστικό – ισλαμιστικό ακροατήριό του, που προέρχεται από όλα τα τμήματα της τουρκικής κοινωνίας, και να πιάνει τόπο.
Ανεξαρτήτως του βαθμού πόλωσης της τουρκικής κοινωνίας, ένα είναι βέβαιο: η συντριπτική πλειονότητα των τούρκων πολιτών εκλαμβάνουν τις ΗΠΑ ως εξωτερικό εχθρό, και δεν εμπιστεύονται πλέον το ΝΑΤΟ. Κάτι απόλυτα κατανοητό λόγω της ευρασιατικής και φιλορωσικής προπαγάνδας στην Τουρκία.
Ακόμα και οι λεγόμενες αντιπολιτευτικές παρατάξεις όπως το αριστερο-εθνικιστικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) και το δεξιο-εθνικιστικό Κόμμα (IYI) δεν ασκούν κριτική για την αντιδυτική και αντιαμερικανική ατζέντα του καθεστώτος ή την ευρασιατική εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας που ακολουθεί.
Η διαμάχη για τους S-400 αποτελεί κοινή βάση για όλους προκειμένου να ενωθούν απέναντι στην κατασκευασμένη εξωτερική απειλή, η οποία ενισχύει το αυταρχικό καθεστώς. Η εξασθένηση της δημοκρατίας στη λειτουργία των θεσμών και η διάβρωσή τους θα συνεχιστεί, ακόμα και εάν η Τουρκία καταρρεύσει οικονομικά.
Το χειρότερο σενάριο
Το χειρότερο σενάριο είναι η διεύρυνση και εμβάθυνση των σχέσεων της Αγκυρας με τη Μόσχα, μετά την πιθανή επιβολή αμερικανικών οικονομικών κυρώσεων – ίσως στενότερη συνεργασία στον τομέα της ενέργειας, ακόμη και ρωσικής οικονομικής υποστήριξης στην Τουρκία.
Χωρίς καμιά αμφιβολία η διαμάχη των S-400 έχει προκαλέσει τον βαθύτερο διχασμό στους ατλαντικούς συμμάχους από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Η Αγκυρα απομακρύνεται από την τροχιά της ατλαντικής ασφάλειας. Η κρίση των S-400 αποκαλύπτει ξεκάθαρα αυτήν την πραγματικότητα.
Οσο η Τουρκία παραμένει προσηλωμένη στη νέα ευρασιατική πολιτική της, ζωτικό μέρος για την ασφάλεια της ατλαντικής κοινότητας απενεργοποιείται. Σε αυτό το γεωπολιτικό παιχνίδι, και μέχρι να επανέλθει το παλιό στάτους κβο, η Μόσχα παραμένει ο μόνος στρατηγικός νικητής.
Και εάν δεν υπάρξει τις επόμενες ημέρες ή εβδομάδες ανατροπή, τότε πιθανόν το νέο στάτους κβο να έχει έρθει για να μείνει, και το ίδιο ισχύει για το τουρκικό καθεστώς.